- μανουελινός, ρυθμός
- Διακοσμητικός ρυθμός στην πορτογαλική αρχιτεκτονική της εποχής του βασιλιά Μανουέλ A’ (1495-1521). Την περίοδο εκείνη όταν η Πορτογαλία γνώρισε αξιόλογη καλλιτεχνική, πολιτική και οικονομική ανάπτυξη. Το μ. στιλ διακρίνεται για τη φαντασία και τη λαμπρότητά του, που οφείλονται στον συνδυασμό γοτθικών και παραδοσιακών μαυριτανικών και ανατολικών στοιχείων. Αντιστοιχεί χρονολογικά προς το ισπανικό πλατερέσκο, στο οποίο όμως επιπλέον κυριαρχούν μορφές αναγεννησιακής προέλευσης. Τα πιο αντιπροσωπευτικά μανουελινά μνημεία είναι τα ημιτελή παρεκκλήσια και το βασιλικό αίθριο (τέλος 15ου αι.) του μνημειακού μοναστηριού της Σάντα Μαρία ντα Βιτόρια στην Μπατάλα, τα μοναστήρια του Χριστού στο Τομάρ και των Ιερωνυμιτών στο Μπέλεμ (Λισαβόνα), το πιο φημισμένο από τα μανουελινά συγκροτήματα. Το μ.σ. δεν διατηρήθηκε πολύ. Εξαντλήθηκε μετά τις πρώτες δεκαετίες του 16ου αι., όταν η αναγεννησιακή επίδραση επέβαλε αυστηρότερες κατασκευές και πιο σοβαρή διακόσμηση.
Θύρωμα του μοναστηριακού ναού των Ιερωνυμιτών στη Λισαβόνα (16ος αι.), εξαίρετο δείγμα μανουελινού στιλ.
Dictionary of Greek. 2013.